Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

σα τη τη μύγα

Το πήρα πια απόφαση πως θέλω να εκδόσω
και για την εξαφάνιση εξήγηση να δώσω
ήτανε στου Νοέμβριου τα τέλη πριν τρία χρόνια
που ξύπνησα μιά Κυριακή κι έβλεπα μόνο “χιόνια”

το πρώτο εγκεφαλικό με είχε επισκεφτεί
τύφλα με φιλοδώρησε χωρίς να το σκεφτεί
συνέχισα στην τύφλα μου κάποιες δουλειές να κάνω
δε μ' έφταναν τα χάλια μου ήθελα παραπάνω

αφού όλα τα τέλειωσα φλεβάρη '14
με βρήκε το επόμενο κι έπεσα στά τέσσερα
τρεις μέρες εβολόδερνα μέχρι να πέσω κάτω
στο τέλος με κατάφερε κι έπιασα πλέον πάτο

η μάνα ανυσήχισε που δε της απαντούσα
ξεσηκωσε την πρωιν μου χρονια που ταν απούσα
ήλθε κινητοποίησε τα σώματα ασφαλείας
στο τσακ τη σκαπουλάρησα το τέρας της υγείας

στον ερυθρό κατέληξα που'ταν ευημερεύον
τεσσερεις μέρες έκανα σημείο ζωής να δώσω
μετά το αποφάσισα δε είναι να ενδώσω
εκούνησα το χέρι μου αυτό εξ ευωνύμων

δεκα μέρες έκαναν για να μου πουν να φύγω
μα εγώ που δε κουνιόμουνα έμεινα ακόμα λίγο
σε άλλες δέκα βρέθηκε για την αποκατάσταση
μιά θέση σ'ένα ύδρημα κι άρχισε η παράσταση

τρις μήνες έκανα ν'αποκατασταθώ
τίποτε θεαματικό στα δύο να σταθώ
δυό μήνες ένεινα στο σπιτι των γονέων
μετά αυτονομήθικα ο ένας αλλά λέων

για ένα μήνα κράτησε αυτή η αυτονομία
αρρώστησε η μάνα μου πάλι νοσοκομεία
τρις μήνες πάλι έμεινα για να τους συγυρίζω
μώλις ορθοποδίσανε πρωτεύουσα γυρίζω

κι άρχισε το ψάξιμο για σπίτι και δουλειά
μα οτι κι αν κανόνιζα δε κάθονταν καλά
στα μερεμέτια έπεσα μήπως και βγάλω κάτι
μια αποθήκη νοίκιασα στο κέντρο στο Παγκράτι

μόλις τα μετακόμισα κι είπα να πάρω ανάσα
Πάσχα να πάω στο χωρό να ρίξω καμιά μάσα
επέθανε ο πατέρας μου έτσι στα ξαφνικά
κι έμεινα με τη μάνα μου που έμεινε μοναχιά
κιλά συγχρόνως άρχισα απότομα να παίρνω
κι από το βάρος το πολύ παράξενα να γέρνω
τα ιδια παντελάκι μου πάλι νοσοκομείο
για εξετάσεις βρέθηκα κι ίσως για χειρουργείο
εκεί πάλι τους πρόγονους πήγα να συναντήσω
έ πεσα κάτω μα ευθείς γύρισα πάλι πίσω

δε με ξεφοτωθήκατε και πάλι επιστρέφω
με στίχους και με κείμενα νεους να καταστρέφω
εκόλησα στο κόσμο αυτό
σα τη μυγα στοσκατό